Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2009


Ο Άγιος Σπυρίδων ο θαυματουργός

Ο Άγιος Σπυρίδων χαρακτηρίστηκε ως θαυματουργός γιατί έκανε πολλά θαύματα, όχι μονάχα κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του, αλλά και μετά την οσιακή κοίμησή του μέχρι και τις ημέρες μας. Για το λόγο δε αυτό σημειώνεται από τον υμνογράφο της εκκλησίας ότι:«Ο θαυματουργός καν τέθνηκε Σπυρίδωντου θαυματουργείν ουκ έληξεν εισέτι»Θαυμαστά όμως είναι και πολλά περιστατικά της ζωής του, από τα οποία για μας πιο σημαντικά ήταν τα πιο κάτω:α) Η εργατικότητα και η δίψα της μάθησηςΟ Άγιος Σπυρίδων, που γεννήθηκε το 370 στην Κύπρο από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους, από την παιδική ακόμη ηλικία του «τον Χριστόν επόθησε και εκ ψυχής ηγάπησεν». Για τούτο αξιώθηκε να γίνει πολύ νωρίς «των αρετών κάτοχος και μέτοχος πολλών δωρεών του Θεού και χαρισμάτων».Η πρώτη από τις αρετές, δηλαδή, που έδειξε από μικρός ήταν η εργατικότητα, γιατί αναγκάστηκε, εξαιτίας της φτώχειας των γονέων του, να ακολουθεί τον πατέρα του στη διαποίμανση των λιγοστών τους προβάτων. Ως τσοπάνος, δηλαδή, ο Άγιος έδειξε πολύ μεγάλη εργατικότητα και ζήλο, ενώ ταυτόχρονα είχε πολύ μεγάλη αγάπη και για τη μάθηση και η κατάρτισή του στα θρησκευτικά ζητήματα, που αγαπούσε ιδιαίτερα. Για το σκοπό αυτό άλλοτε μελετούσε τα ιερά βιβλία των Γραφών, που είχε πάντοτε μαζί του ενθυμούμενος το Δαβίδ, και άλλοτε πάλι παρατηρούσε το ανοιχτό για όλους «βιβλίο» της φύσης. Με τη μελέτη της Αγίας Γραφής, με άλλα λόγια, εμβάθυνε όλο και πιο πολύ στην απεραντοσύνη της αγάπης του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων, ενώ με τη μελέτη της φύσης έμαθε να δοξάζει τον ανεξιχνίαστο πλούτο της θείας σοφίας, λέγοντας κάθε τόσο μαζί με τον ψαλμωδό το «ως εμεγαλύνθη τα έργα Σου, Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας» (ψαλ. 103,24). Η φύση, βέβαια, παρουσίαζε και στον άγιο και πολλές δυσκολίες, εξαιτίας των αλλαγών των καιρικών συνθηκών. Για τον άγιο Σπυρίδωνα όμως ήταν «ένα βιβλίο γεμάτο όμορφες εικόνες και κάθε μέρα, όπως ήταν μπροστά του ανοιχτό, το μελετούσε (π. Αυγ. Καντιώτου, Μυρίπνο άνθος, Αθήναι 1974, 254) με δέος και πτερωνότου νου προς τα άνω.β) Η θεοσέβεια και η φιλάνθρωπη συμπεριφορά τουΕξαιτίας της μελέτης των θείων Γραφών, ο Άγιος, κατά το βιογράφο του, «φιλανθρωπότατος την ψυχήν κατέστη και την γνώμην επιεικέστατος, και συνελόντι φάναι, θείον τι αρχέτυπον και πίνακ αρετών» (Συμεών Μεταφραστού, Βίος Αγ. Σπυρίδωνος, Μ. 116, 420 BC). Εξαιτίας δε της ζωής του αυτής, ο Άγιος αξιώθηκε να αποκτήσει από το Θεό και το χάρισμα το διδακτικό, που τον βοηθούσε να διδάσκει με απλότητα τους συνανθρώπους του. Αφορμή δηλαδή για τις διδασκαλίες του γίνονταν συνήθως τα αναγνώσματα των ευαγγελιστών που διαβάζονταν στους ιερούς ναούς και τον συγκινούσαν ιδιαίτερα. Για τούτο σημειώνεται από τον Μ. Γαλανό ότι «κάθε Κυριακήν και τας τότε καθιερωμένας μεγάλας εορτάς της Εκκλησίας, τους έφερε (τους συμποιμένας του) εκ πειτροπής εις τους ιερούς ναούς. Ότε δε επέστρεφον εις την ποίμνην, εξήγε προς αυτούς την ευαγγελικήν ή την αποστολικήν περικοπήν. Και δεν περιορίζετο μόνο εις τούτο. Την Άνοιξιν, το Θέρος και τας αρχάς του Φθινοπώρου, είτε έξω του ποιμνιοστασίου είτε κατά την ώραν της βοσκής των προβάτων, ωμίλει διά τα θαυμάσια της φύσεως δι’ ευεργεσίας του Θεού και έψαλλε τα μεγαλεία Του, απαγγέλων στίχους εκ των Ψαλμών. Τον δε Χειμώνα μέσα εις την μάνδραν, παρά την θάλπουσαν πυράν, ενώ έξω εφύσα ο άνεμος ή κατέπιπτεν η βροχή ή εβρόντα και ήστραπτεν, ο Σπυρίδων συνδιελέγετο με τους ποιμένας, ζητών πάντοτε να λέγει τι εποικοδομητικόν διά την ψυχικήν σωτηρίαν» (Βίος Αγ. 1Β, στ. 67).γ) Η χειροτονία του σε επίσκοπο Τριμυθούντος και η ιεραποστολική του δράσηΌταν ο Άγιος μεγάλωσε, σε κάποια στιγμή χειροτονήθηκε ιερέας, ενώ, μετά το θάνατο του επισκόπου Τριμυθούντος, χειροτονήθηκε και επίσκοπος στη θέση του. «Και ποιμήν εκ ποιμένος καθίσταται», λέγει γι’ αυτόν ο μεταφραστής Συμεών, ανθρώπους αντί προβάτων εγχειρισθείς, οπηνίκα Κωνσταντίνος ο Μέγας εκράτει Ρωμαίων (Μ. 116, 420 CV). «Διά δε ατυφίαν πολλήν, λέγει και ο ιστορικός Σωκράτης, εχόμενος της επισκοπής, εποίμανε και τα πρόβατα». (Εκ. Ιστ. Ι, ΙΒ, Μ 67, 104-105).Ως επίσκοπος, δηλαδή, ο Άγος ήταν γενικότερα «ανεπίληπτος, νηφάλιος, σώφρων, διδακτικός, επιεικής, άμαχος, αφιλάργυρος, όπως θέλει τον καλό επίσκοπο ο απόστολος Παύλος (Α’ Τιμ. 3,2-7) ή σωστότερα ο ίδιος ο Θεός. Με την αγάπη δε που τον χαρακτήριζε, γινόταν πάντοτε «πατήρ των ιερέων του, πατήρ του λαού του, προστάτης των ασθενών, παρήγορος των θλιβομένων, φρουρός και διαδοτής της χριστιανικής αλήθειας και πίστεως» (Μ. Γαλανού, οπ.π.68).Για τη στήριξη δε αυτή των πιστών και τη διάδοση της πίστεως, ο άγιος δεν έμεινε μονάχα στην Τριμυθούντα, αλλά περιόδευε «αποστολικώς» (οδοιπορώντας σ’ ολόκληρη την επαρχία του, δίδοντας στο έργο αυτό την πεμπτουσία της καρδιάς του. Όταν δε κάποιοι τον επαινούσαν, λέγοντας ότι κοπιάζει πολύ, ο Άγιος τους καθησύχαζε λέγοντας χαμογελαστά ότι αν, ως ποιμένας, έκανε το έργο αυτό προς χάριν υλικών αγαθών, δεν έπρεπε να κάνει το ίδιο για τα πνευματικά και σωτήρια. Πρόσθετε δε στα πιο πάνω, κατά τον Μ. Γαλανό, ότι «δι’ άνθρωπον, ο οποίος ωδήγει άλλοτε ποίμνια, αι τοιαύται οδοιπορίαι είναι ξεκούρασις και παιχνίδι». Με τον τρόπο δε αυτό απέφευγε, κατά τον ιστορικό Σωκράτη, κάθε τύφο και έπαρση. Ταυτόχρονα δε βεβαίωνε ότι βρισκόταν ακόμη στην αρχή της πνευματικής ζωής και για το λόγο αυτό είχε ανάγκη από τις προσευχές και τη συμπαράσταση όλων, γιατί, κατά τον απόστολο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, «πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη» (ε’ 16).δ) Η συμμετοχή του στην Α’ Οικουμενική ΣύνοδοΩς επίσκοπος, ο άγιος έλαβε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ. για την καταπολέμηση του Αρειανισμού. Στη σύνοδο αυτή δηλαδή ο άγιος υποστήριξε «διά των Γραφών και των Πατέρων» τη θεότητα του Κυρίου, χαρακτηρίζοντας με ατράνταχτα επιχειρήματα «τον Χριστόν ομοούσιον τω Πατρί, σύνθρονον και ομότιμον».Με τα επιχειρήματα δε αυτά, προσείλκυσε στην ορθόδοξη πίστη και ένα φιλόσοφο, που κατάλαβε, ακούγοντας τον Άγιο, και βλέποντας την ακτινοβολία του προσώπου του, ότι «η μεν γλώττα ανθρώπου, οι δε λόγοι του Θεού» (Μ. 116, 433). Κάποιοι άλλοι όμως από τους αιρετικούς αντιδρούσαν με μανία. Για τούτο ο Άγιος ζήτησε κάποια στιγμή την έκτακτη βοήθεια του Θεού. Καθώς δε κρατούσε ένα θραύσμα κεραμιδιού στο χέρι του, το σήκωσε ψηλά μπροστά στα μάτια όλων και το έσφιξε λέγοντας: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Την ίδια δε στιγμή όλοι οι παρευρισκόμενοι έβλεπαν κατάπληκτοι να βγαίνει από το κεραμίδι εκείνο μια φωτιά προς τον ουρανό και να τρέχει προς τα κάτω νερό, ενώ στα χέρια του έμεινε στο χέρι του χώμα λιγοστό. Ύστερα δε από το θαύμα αυτό, ο Άγις στράφηκε προς το μέρος των θεατών του και είπε: - Όπως το κεραμίδι αυτό είναι ένα, άλλο αποτελείται από τρία στοιχεία, κατά παρόμοιο τρόπο και ο Θεός έχει μια ουσία και φύση, αλλά τρεις υποστάσεις ή πρόσωπα.Ύστερα δε από το θαύμα αυτό, πίστεψε, όπως είπαμε πιο πάνω, και ο φιλόσοφος, που ομολόγησε χαρακτηριστικά ότι «Μέχρι μεν εν λόγοις ην ο αγών, αντείχον τη τέχνη (του διαλόγου) κα ’γω, ηνίκα δε η θεία δύναμις... άρρητόν τινά και απόρρητον επεδείξατο την ισχύν, πιστεύω κα ’γω τω Χριστώ» (Μ. 116, 433).Για το λόγο δε αυτό και ο υμνογράφος της Εκκλησίας έγραψε για τον Άγιο:«Της Συνόδου της πρώτηςανεδείχθης υπέρμαχοςκαι θαυματουργός θεοφόρεΣπυρίδων πατήρ ημών...»ε) Η άκρα κατάνυξη κατά την τέλεση της Θείας ΛειτουργίαςΕκτός, όμως, από τα πιο πάνω, ο Άγιος διακρινόταν, και την άκρα κατάνυξη κατά την τέλεση κάθε Θείας Λειτουργίας. Για το λόγο δε αυτό, αναφέρεται από τους υμνογράφους της Εκκλησίας ότι είχε κάθε φορά ως συλλειτουργούς του αγίους Αγγέλους. «Και εν τω μέλπει τας αγίας σου ευχάς, λέγει για τούτο και το απολυτίκιο της εορτής του, Αγγέλους έσχες συλλειτουργούντας σοι, ιερώτατε», αναφέρεται στο απολυτίκιο της εορτής του. Αυτό δε ακριβώς αναφέρεται και από τον Συμεών το Μεταφραστή, ότι, καθώς ο Άγιος εκφωνούσε σε κάποια Θεία Λειτουργία το «ειρήνη πάσι», «φωνή τις άνωθεν πολλών ακούγεται μυριάδων Αγγέλων αντιφωνούντων». «Και τω Πνεύματί σου» (Μ. 116, 449).Εξαιτίας δε της άκρας αυτής ευλάβειάς, ο Άγιος έλαβε από το Θεό και τη δύναμη της θαυματουργίας, ώστε να θεραπεύει πολλές φορές και ασθένειες ανίατες, όχι μονάχα κατά τη διάρκεια της ζωής του, αλλά και μετά την κοίμηση. Για το λόγο δε αυτό, χαρακτηρίζεται από τους υμνογράφους της Εκκλησίας ως «θαυμάτων πέλαγος». «Πολλά μεν ουν, λέγει γι’ αυτό και ο ιστορικός Σωκράτης, τα περί αυτού λεγόμενα (Εκ. Ιστορ. Ι, 12), αναφερόμενος στα θαύματα, ενώ και ο ποιητής τον χαρακτήριζε ως «των θαυμάτων κρήνην, όντως πολυχεύμονα».στ) Η οσιακή κοίμηση και η αφθαρσία του σκηνώματός τουΎστερα από μια ζωή γεμάτη από κόπους και θυσίες για το ποίμνιο, έφθασε κάποια στιγμή και για τον Άγιο η ώρα της κοίμησης. Όταν έφθασε. Όταν έφθασε δηλαδή στην ηλικία των 78 ετών, απήλθε ειρηνικά από τον κόσμο αυτό ειρηνικά η εξαγιασμένη ψυχή του, στις 12 Δεκεμβρίου, για να μεταβεί στα ουράνια σκηνώματα των δικαίων. Έμεινε όμως στη γη το ιερό σκήνωμά του, που βρέθηκε κατά την εκταφή του άφθαρτο και μεταφέρθηκε αργότερα στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί στην Κέρκυρα, αποτελώντας από τότε τον πιο μεγάλο θησαυρό του νησιού και ταυτόχρονα φύλακα και προστάτη. Για τους λόγους αυτούς οι πιστοί προστρέχουν κάθε τόσο στο ιερό αυτό σκήνωμα, που αποτελεί ένα διαρκές θαύμα, για να το προσκυνήσουν και να ζητήσουν ταυτόχρονα τη βοήθεια του Αγίου λέγοντας:- Άγιέ μου Σπυρίδωνα, βοήθει μοι. Σε κάθε περίπτωση δοξάζουν πάντοτε τον Κύριο, λέγοντας μαζί με τον υμνογράφο προς τον Άγιο:«Δόξα τω σε δοξάσαντι,δόξα τω σε στεφανώσαντι,δόξα τω ενεργούντι διά σου πάσιν ιάματα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου